ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Αντιπρόεδρε τα πράγματα για την Οικονομία είναι οριακά. Πως σχολιάζετε τα αποτελέσματα της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής; Δικαιολογείτε τις πανηγυρικές δηλώσεις του πρωθυπουργού;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής ήταν αναμενόμενες. Δεν θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικές, με δεδομένη και την κατάσταση στις χώρες της Νοτίου Ευρώπης. Είναι λάθος της κυβέρνησης να τις παρουσιάζει ως επιτυχία. Η επιτυχία, άλλωστε, κρίνεται από το αποτέλεσμα. Ας περιμένουμε τον Ιούνιο, όπου θα ληφθούν οι επίσημες αποφάσεις. Δεν είναι ώρα για πανηγυρισμούς. Όλα αλλάζουν στην περιφέρειά μας και στον κόσμο. Η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή οικονομία παραμένει ρευστή. Η Νέα Δημοκρατία, όπως τόνισε ο Αντώνης Σαμαράς, συμφωνεί με τους στόχους σταθεροποίησης και εξυγίανσης της Οικονομίας. Διαφωνεί, όμως, με το μείγμα της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Παγιδεύει την οικονομία σε υψηλούς κύκλους ύφεσης και υπερχρέωσης και οδηγεί όλο και σε σκληρότερα, όλο και σε πιο αναποτελεσματικά μέτρα. Είναι η ώρα να γίνει η αποτίμηση του δούναι και του λαβείν σε πραγματικούς όρους εθνικής και οικονομικής πολιτικής και η αποτελεσματικότητα της λύσης που κατ΄ αρχήν συμφωνήθηκε, για την αντιμετώπιση του προβλήματος του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, όπως η αποτελεσματικότητα αποτυπώνεται στις διεθνείς αγορές και την αξιολόγηση των διεθνών οίκων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πιστεύετε ότι έχει έρθει ο καιρός για συναινέσεις και επί της ουσίας, ή εκτιμάτε ότι η συναίνεση που ζητά η κυβέρνηση είναι απλώς ένα πρόσχημα;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ένα είναι βέβαιο: Η κυβέρνηση ναι μεν προσχηματικά, επιζητεί τη συναίνεση αλλά δεν τη θέλει ειλικρινά. Η συναίνεση ούτε ζητείται, ούτε παραχωρείται. Προετοιμάζεται. Και εδώ και ενάμισι χρόνο, καμία κυβερνητική πρωτοβουλία δεν απέβλεπε στο να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συνεννόησης. Εξεταστικές, διχαστικός λόγος, σύγκρουση.
Από την πλευρά μας, εμείς δώσαμε δείγματα γραφής, για το πώς αντιλαμβανόμαστε το δικό μας ρόλο. Στηρίξαμε, βοηθήσαμε, χωρίς να επιδιώκουμε ανταλλάγματα. Οδηγός της Νέας Δημοκρατίας ήταν και είναι το εθνικό συμφέρον.
Είναι αλήθεια, ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας θα το ήθελε. Αλλά έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα σήμερα, αυτό δεν είναι πλέον εφικτό. Την καλέσαμε να αλλάξει πορεία, να αλλάξει πολιτική. Τελικά συνεχίζει σε μία γραμμή μη αναστρέψιμης ύφεσης.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η Νέα Δημοκρατία καταγγέλλει την κυβερνητική πολιτική αλλά δεν ζητά εκλογές. Ζητά να αλλάξει πολιτική, κάτι που η κυβέρνηση δεν κάνει. Έχουν άδικο όσοι σκέφτονται ότι η ΝΔ φοβάται επί της ουσίας μια πρόωρη εκλογική αναμέτρηση, γιατί δεν είναι έτοιμη; Και κατά δεύτερον, εκτιμάτε ότι βρισκόμαστε κοντά σε αιφνίδιες εξελίξεις με πρωτοβουλία της κυβέρνησης όπως π.χ. εκλογές;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Τίποτε δεν αποκλείεται. Όλα είναι πιθανά πλέον. Και αυτό λόγω της αδιέξοδης κυβερνητικής πολιτικής. Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία δεν ζητάει εκλογές, πρώτον, γιατί σέβεται τους θεσμούς και δεύτερον διότι δεν θέλει να συμβάλλει με την εκλογολογία στην περαιτέρω απορρύθμιση της κοινωνίας και της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε έτοιμοι, οψέποτε αυτές γίνουν, με σχέδιο, μηχανισμό και, το κυριότερο, αξιόπιστες πολιτικές θέσεις και προτάσεις.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο κ. Παπανδρέου εξελέγη με μια ατζέντα τελείως διαφορετική από αυτήν που είχε παρουσιάσει προεκλογικά. Πιστεύετε ότι ανεξάρτητα από τον αριθμό εδρών, μπορεί να συνεχίσει να λαμβάνει σκληρά μέτρα σε βάρος των εργαζομένων χωρίς λαϊκή αναβάπτιση;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η Κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη πλέον με τις συνέπειες της πολιτικής της. Οι εσωτερικές αντιφάσεις διογκώνονται και η ίδια διολισθαίνει σε ακόμα πιο αντιλαϊκές πολιτικές. Το πόσο θα αντέξει είναι σε συνάρτηση με το πόσο θα αντέξει η κοινωνία. Και σίγουρα, τα όρια αντοχής έχουν πλέον ξεπεραστεί.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι έρευνες δείχνουν ότι το πολιτικό σύστημα κατηγορείται για αναξιοπιστία από την κοινή γνώμη. Παράλληλα βλέπουμε αποδοκιμασίες αλλά και προπηλακισμούς πολιτικών, και η οργή του κόσμου για το πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν κρύβεται. Που μπορεί να οδηγήσει αυτό, και τι μπορεί αλλά και πρέπει κατά τη γνώμη σας να γίνει ώστε να αλλάξει κάτι;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Οι πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να εκφράζουν τη διαμαρτυρία τους. Αυτό που είναι ανησυχητικό είναι η αποδοκιμασία της ίδιας της πολιτικής. Όσο για τις πράξεις προπηλακισμού, άσκησης σωματικής και ψυχολογικής βίας, εναντίον πολιτικών, αλλά και πολιτών, αυτές είναι καταδικαστέες από όπου και αν προέρχονται. Η Δημοκρατία διαθέτει τα μέσα σε όλους να εκδηλώνονται και να διαδηλώνουν.
Αυτό που το πολιτικό μας σύστημα έχει υποχρέωση να κάνει, είναι να δημιουργήσει ισχυρούς θεσμούς αυτοκάθαρσης και επιβολής κυρώσεων σε όλους εκείνους, που δεν τιμούν τον όρκο και τις ηθικές τους δεσμεύσεις, απέναντι στην πολιτεία και στην κοινωνία. Με άλλα λόγια, πειστικά, θεσμικά και αξιόπιστα να θωρακιστεί η διαφάνεια και να ισχυροποιηθούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος θα μας δώσει αυτήν την δυνατότητα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι έρευνες επίσης δείχνουν ότι – υπό τις παρούσες τουλάχιστον συνθήκες – είναι δύσκολο για κάποιο κόμμα να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Εκτιμάτε ότι έχει έρθει η ώρα για κυβερνήσεις συνεργασιών που θα λαμβάνουν σκληρές αποφάσεις θα μοιράζονται το κόστος και θα προχωρούν θέτοντας κοινούς στόχους, τουλάχιστον για ένα διάστημα, όπως βλέπουμε να γίνεται στην Ευρώπη;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πολλοί θα το ήθελαν. Αλλά με τα σημερινά δεδομένα, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο. Από την άλλη μεριά, το ΄89-΄90 είναι νωπό στις μνήμες μας. Το μοντέλο αυτό έχει αποτύχει στην Ελλάδα. Αλλά και το σύστημά μας, όπως και η πολιτική μας κουλτούρα, δεν το ευνοούν. Εν πάση περιπτώσει, ο λαός με την ψήφο του είναι αυτός που, όταν έρθει η ώρα, θα καθορίσει τις εξελίξεις.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι λαθρομετανάστες είναι ένα μείζον πρόβλημα για τη χώρα, αλλά κυρίως για την πρωτεύουσα, της οποίας υπήρξατε δήμαρχος επί οκτώ χρόνια. Πως πρέπει να διαχειριστεί η Πολιτεία το πρόβλημα κατά την εκτίμησή σας;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Το μεταναστευτικό πρόβλημα, είναι υπαρκτό. Οι πολίτες ανησυχούν και δικαιολογημένα διαμαρτύρονται.
Η κοινωνική ασφάλεια είναι ανύπαρκτη και οι γειτονιές της πόλης μας έχασαν το ανθρώπινο μέτρο τους. Κάποιοι ερμηνεύουν την αντίδραση ως ξενοφοβία και ρατσισμό. Δεν είναι έτσι. Ο Έλληνας ποτέ δεν διακατεχόταν από τέτοιες αντιλήψεις. Το αντίθετο θα λέγαμε. Η ευθύνη ήταν και είναι του κράτους. Όφειλε η πολιτική προ εικοσαετίας να βλέπει πέρα και πάνω από τη συγκυρία. Όλα έδειχναν, που θα οδηγούντο τα πράγματα, κυρίως μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Το κράτος ούτε προνόησε, ούτε ετοιμάστηκε και οι κυβερνήσεις δεν έβλεπαν μακριά. Αποτέλεσμα είναι η έλλειψη μιας αποτελεσματικής μεταναστευτικής πολιτικής. Υπήρξαν και ευρωπαϊκές πολιτικές, όπως π.χ. το Δουβλίνο ΙΙ, που επιδείνωσαν την κατάσταση.
Η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για το μεταναστευτικό νόμο αναδεικνύει την προχειρότητα αλλά και την κομματική ιδιοτέλεια της κυβέρνησης στο θέμα αυτό.
Το μεταναστευτικό πρόβλημα δεν λύνεται ούτε με επεισόδια τύπου Νομικής και Υπατίας, ούτε με φανατισμό και εκμετάλλευση της δικαιολογημένης ανησυχίας των πολιτών. Απαιτεί διεθνή συνεργασία, σχέδιο κοινωνικής συναίνεσης, σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και την παράδοση της χώρας μας ως φιλόξενης και εξωστρεφούς δημοκρατικής κοινωνίας.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει, ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να είναι «ξέφραγο αμπέλι». Οι μετανάστες πρέπει να επιδεικνύουν τον απαιτούμενο σεβασμό στους νόμους και τους θεσμούς της ελληνικής Πολιτείας.
Μια ευνομούμενη πολιτεία έχει ως πυλώνες το νόμο και την έννομη τάξη. Αρκεί να εφαρμόζονται σωστά.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είστε επικεφαλής της επιτροπής της ΝΔ που επεξεργάζεται τις προτάσεις του κόμματος για την Αναθεώρηση του Συντάγματος. Πού θα ρίξει το βάρος της η ΝΔ και σε ποιες προτάσεις θα εστιάσετε το ενδιαφέρον σας;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πέρασαν 36 χρόνια από το Σύνταγμα του 1975, το οποίο ήταν το πιο σύγχρονο της εποχής του. Τα κελεύσματα του σήμερα απαιτούν βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις.
Οι τρεις συνταγματικές αναθεωρήσεις που μεσολάβησαν από τότε, δυστυχώς, επέδειξαν έλλειμμα τόλμης και διορατικότητας.
Όπως γνωρίζετε, η Επιτροπή της Νέας Δημοκρατίας ήδη ξεκίνησε το έργο της και διαμορφώνει προτάσεις για ένα αναθεωρημένο Σύνταγμα. Ένα κείμενο, που να αποπνέει κύρος και αποφασιστική διάθεση ανανέωσης και προόδου, ώστε να προχωρήσουμε μπροστά σε μία νέα εποχή για την δομή και την οργάνωση του πολιτικού συστήματος.
Η Ελλάδα με αναθεωρημένο το Σύνταγμά της και με βάση τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και με τις εμπειρίες που έχει αποκτήσει το πολιτικό μας σύστημα καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, καλείται να περάσει το κατώφλι μιας νέας εποχής, με ένα σύγχρονο και λειτουργικό Καταστατικό Χάρτη.
Εάν, όπως όλα δείχνουν, το πολιτικό σύστημα θέλει να βγει μπροστά από τις εξελίξεις και την αμφισβήτηση, στην οποία έχει οδηγηθεί στα μάτια της κοινωνίας, ο δρόμος είναι ένας: ένα νέο Σύνταγμα, που θα αποτελέσει και το θεμέλιο για τη νέα αρχιτεκτονική της ελληνικής πολιτείας του 21ου αιώνα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είστε συντονιστής του κόμματος, μεταξύ άλλων, στα εξωτερικά θέματα και τα θέματα Άμυνας. Η οικονομική κρίση εκτιμάτε ότι έχει αποδυναμώσει την διαπραγματευτική θέση της χώρας μας στις εκκρεμότητες που υπάρχουν στα εξωτερικά ζητήματα;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Μία ισχυρή οικονομία είναι βασική προϋπόθεση μιας πιο αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής. Αυτό, όμως, δεν επιτρέπεται να είναι πρόσχημα ή δικαιολογία, για υποχωρήσεις, παραχωρήσεις και εκχωρήσεις, εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων.
Η εξωτερική μας πολιτική, ιδιαίτερα αυτή τη δύσκολη περίοδο για τον τόπο μας, απαιτεί σταθερές αρχές, παρεμβάσεις και συγκροτημένες διπλωματικές κινήσεις.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Γιατί κ. Αβραμόπουλε ορθώς η χώρα μας εμπλέκεται στην κρίση στη Λιβύη; Τι έχει να κερδίσει από αυτήν;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η Ελλάδα, παρά τη δυσμενή συγκυρία που βιώνει, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, οφείλει, με ευθύτητα, εντιμότητα και συνέπεια, να δηλώνει παρούσα στις εξελίξεις, να τιμά τις συμβατικές της υποχρεώσεις, να δηλώνει έμπρακτα τη δημοκρατική και φιλελεύθερη στάση της και να αξιοποιεί τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα, σε συνδυασμό με τις παραδοσιακά βαθιές και σταθερές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, του οποίου έχει αποδειχθεί αξιόπιστος συνομιλητής.
Η Ελλάδα, ούτε μικρή, ούτε αδύναμη είναι.
Καμιά φορά την μικραίνουν οι πολιτικές και την αποδυναμώνει η εσωστρέφειά της.
Η πολιτική μας παρουσία, σε ένα καινούργιο τοπίο που διαμορφώνεται στη Μεσόγειο, πρέπει να είναι απαλλαγμένη από φοβικά στοιχεία, συνάμα δε, να είναι και κρυστάλλινη.
Η χώρα μας έχει στο παρελθόν υποφέρει από καταστάσεις σαν και αυτές που βιώνουν οι πολίτες της Λιβύης. Έχει ζήσει και πολεμήσει, κατακτητές, δικτάτορες, διεθνείς και εσωτερικούς πολέμους.
Η Ελλάδα, πολύ σωστά, είναι διπλωματικά παρούσα στις εξελίξεις του γεωπολιτικού μας περιβάλλοντος.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και πώς αυτό μπορεί να γίνει;
Δ. ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ: Αξιοποιώντας τη θέση της, οφείλει να επιδιώξει, πέραν των άλλων και τη διπλωματική συμβολή της, ώστε να ανοίξει δίαυλος επικοινωνίας με τους συντελεστές των εξελίξεων στη Λιβύη και την ευρύτερη περιοχή, αλλά και να επαγρυπνεί για τις κυοφορούμενες αλλαγές.
Ο ρόλος της μπορεί και πρέπει να είναι εποικοδομητικός.
Η Ελλάδα, ορθά, στηρίζει την εφαρμογή του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας και παρέχει διευκολύνσεις στις Συμμαχικές Δυνάμεις, λειτουργώντας επικουρικά στα σχέδια που εφαρμόζονται και δεν επιχειρεί στρατιωτικά.
Μένει δηλαδή μακριά από εχθροπραξίες.
Δεν ενεργεί μόνο ως συνεπής εταίρος μιας πολιτικοστρατιωτικής συμμαχίας.
Ενεργεί ως χώρα, παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή, που έχει πλήρη συνείδηση του διαχρονικού ιστορικού της ρόλου στη Μεσόγειο, στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Το ρόλο αυτό, οφείλει να τον διεκδικεί συνεχώς.
Γιατί η Ελλάδα έχει εμπεδωθεί στη συνείδηση του κόσμου ολόκληρου ως κοιτίδα του δημοκρατικού πολιτισμού, της ελευθερίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι σύμβολο αντίστασης στον αυταρχισμό και τον ολοκληρωτισμό.
Αυτό είναι το μήνυμά μας προς τον επαναστατημένο λαό της Λιβύης, αλλά και προς τους άλλους λαούς που αυτόν τον καιρό εξεγείρονται, διεκδικώντας την πολυπόθητη δημοκρατία.
Και αυτό, εκτιμάται σήμερα, αλλά περισσότερο θα εκτιμηθεί στο μέλλον, από τον ίδιο το λαό της Λιβύης, και τη νέα κατάσταση που κυοφορείται στην ευρύτερη περιοχή.